Πίσω γραμμές και συ κάτω από φύλλα
και γω, σε ρόδες δυο, σκισμένο παντελόνι.
Ματιά σφιχτή, καρδιά ξερή βροχη να περιμένει
μήλο γλυκό με κέρασες, χειλιών σου γεύση πήρα.
Και γίναν τα κορμιά κουπιά σε βάρκα μεθυσμένη
που μια δεξά που μια ζερβά και πουθενά δε μένει.
Αστέρια ήταν οι ματιές κι ο δρόμος όλο χρώ,μα
πολλές χαρές σου έταξα και στις χρωστώ ακόμα.
Μα 'ρθε της θάλασσας το μπλε, του ουρανού το άσπρο
κι έγινε το νερό πανί, τα σύννεφα κορδόνια
με ντύσαν και με δέσανε και χώρια σου με πήραν.
Κι έγινα του νοτιά φρουρός, συ του βοριά παρέα
και ψάχναμε τους χρόνους μας στιγμές κοινές να βρούμε
εννιά φεγγάρια πέρασαν και τα οχτώ μακρυά σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου